Πέμπτη 19 Φεβρουαρίου 2015

Γερμανία: ο αμετανόητος, εγωιστής γίγαντας

Του Αλέξανδρου Χατζηλιάδη

«Ήμουνα έτοιμος να υπογράψω το κείμενο, αλλά την τελευταία στιγμή το απέσυραν και τη θέση του πήρε κάποιο άλλο κείμενο». Με αυτά τα λόγια (ή σχεδόν με αυτά, μικρή σημασία έχει πλέον) ο υπουργός οικονομικών Γιάννης Βαρουφάκης περιέγραψε τα δρώμενα κατά την προχθεσινή σύνοδο του Eurogroup με τη γνωστή απόπειρα αιφνιδιασμού της ελληνικής αντιπροσωπείας.
Τις ημέρες που προηγήθηκαν της συνόδου των υπουργών οικονομικών είχε τρόπον τινά καλλιεργηθεί κλίμα συναίνεσης, συμβιβασμού και κατανόησης μεταξύ των εταίρων και της χώρας μας.
Όλοι πίστεψαν ότι η συμφωνία ήταν τυπική υπόθεση και ότι θα ξημέρωνε μια άλλη ημέρα διαφορετική για την Ελλάδα αλλά και για την Ευρώπη και ότι η πολιτική θα ξανάβρισκε τον ρόλο της ως βασική παράμετρος σχεδιασμού και λειτουργίας της Ε.Ε. με τους πολίτες της γηραιάς ηπείρου να είναι κερδισμένοι διπλά. Πρώτον διότι θα γινόταν ουσιαστικός πυλώνας των πολιτικών δρωμένων και δεύτερον διότι θα υπήρχε αλλαγή παραδείγματος στη διακυβέρνηση της Ε.Ε.. Γελαστήκαμε οικτρά. Ξεχάσαμε ότι ο βασικός παίκτης του παιχνιδιού και αυτός που καθορίζει την πορεία της Ε.Ε. είναι οι περιούσιοι εταίροι μας, οι Γερμανοί, οι οποίοι με μια κίνηση που θύμισε Blietzkrieg αιφνιδίασαν άπαντες.

Η χρήση του όρου Blietzkrieg δεν γίνεται τυχαία. Οι γνωρίζοντες ιστορία ξέρουν ότι ο όρος αυτός σημαίνει κεραυνοβόλος πόλεμος -από το γερμανικό «Blitzkrieg» (Μπλίτσκριγκ), δηλαδή «πόλεμος-αστραπή» - και αναφέρεται σε πολεμική τακτική, που ως στόχο έχει τον πλήρη αιφνιδιασμό του αντιπάλου. Τακτική την οποία επινόησε και εφάρμοσε συστηματικά ο Γερμανός στρατηγός Γκουντέριαν κατά τη διάρκεια του Β' παγκοσμίου πολέμου. Χάρη σε αυτή την τακτική οι γερμανικές δυνάμεις όφειλαν πολλές από τις νίκες τους: Πολωνία, Γαλλία αλλά και η ΕΣΣΔ αρχικά κατάλαβαν από πρώτο χέρι τι εστί αυτή η τακτική. Αφού προετοιμαζόταν το έδαφος σε διπλωματικό και επικοινωνιακό επίπεδο, προσπαθώντας να αποπροσανατολίσουν φίλους και εχθρούς, επιτίθεντο πιάνοντας στον ύπνο τον αντίπαλο, που μέχρι να καταλάβει τι συμβαίνει οδηγούνταν στην άνευ όρων συνθηκολόγηση και στον ολοκληρωτικό εξευτελισμό.

Την τακτική αυτή, λοιπόν, προσπάθησε να εφαρμόσει και πάλι η Γερμανία μόνο που στη θέση ενός Γερμανού στρατηγού βρίσκεται -άκουσον, άκουσον- ο υπουργός οικονομικών κύριος Σόιμπλε. Ο παραλληλισμός αυτός, ίσως, φανεί υπερβολικός σε ορισμένους, δεν παύει όμως να αποτυπώνει την πραγματικότητα που βιώνει σήμερα η Ελλάδα και η Ε.Ε. Η πραγματικότητα αυτή θέλει τη Γερμανία να έχει αποκτήσει και να επιθυμεί σφοδρά να διατηρήσει τον ηγεμονικό ρόλο, που πάντοτε φανταζότανε για τον εαυτό της από την εποχή ακόμη του Μπίσμαρκ, ο οποίος επιδίωκε να έχει η Γερμανία τον απόλυτο έλεγχο της γηραιάς ηπείρου. Οι τεράστιες καταστροφές και οι συμφορές που επιφύλαξε αυτή η τάση των Γερμανών για τους ίδιους και για την παγκόσμια κοινότητα, όπως μαρτυρούν τα ιστορικά γεγονότα, μάλλον δεν τους συνέτισαν.

Τα όπλα για την υλοποίηση του σκοπού αυτή την φορά, βέβαια, δεν είναι τα ίδια. Η προσπάθεια υλοποίησης του στόχου γίνεται πλέον με την οικονομική ισχύ που διαθέτει η συγκεκριμένη χώρα. Έχοντας, λοιπόν, εδραιώσει αυτή την οικονομική ισχύ επιδιώκει πλέον την εφαρμογή του νεοφιλευλέθευρου οικονομικού της προγράμματος σε ολόκληρη την Ε.Ε. οδηγώντας σε ασφυξία και απόγνωση τους πολίτες με μέτρα λιτότητας, για την εφαρμογή των οποίων περιστέλλεται και αυτή ακόμη η Δημοκρατία.

Νεοφιλευλευθερισμός και Δημοκρατία, βέβαια, θα πρέπει να γίνει κατανοητό ότι δεν πάνε μαζί. Και αυτό είναι και το μεγαλύτερο πρόβλημα τη δεδομένη στιγμή για τους οπαδούς του Νεοφιλελευθερισμού. Ιδιαίτερα από τότε που εμφανίστηκε στο προσκήνιο μια κυβέρνηση της ριζοσπαστικής αριστεράς, που απλώς κάνει το αυτονόητο δηλώνοντας ότι θα υπακούσει στη θέληση του λαού που αρνείται να υποστεί όσα πηγάζουν από την εφαρμογή ενός άγρια νεοφιλελεύθερου προγράμματος. Εξάλλου το δήλωσε και ο σοσιαλδημοκράτης κύριος Σούλτς: «η Ελληνική κυβέρνηση πρέπει να σταματήσει να λειτουργεί με βάση τα όσα υποσχέθηκε προεκλογικά και να δείξει υπευθυνότητα»! Δηλαδή μας λέει ότι θα πρέπει εφ’ εξής να τηρήσει την πολιτική που επέλεξε η Γερμανία αγνοώντας τη βούληση των πολιτών που επιθυμούν ένα διαφορετικό μέλλον. Εν ολίγοις οι δημοκρατικές επιλογές δεν είναι σημαντικές (!), εκείνο που μετράει είναι η υλοποίηση των γερμανικών επιδιώξεων παντί τρόπω. Συνεπώς πολιτικές με διαφορετικές στοχεύσεις θεωρούνται αυτόματα εχθρική πράξη και οι υπαίτιοι πρέπει να τιμωρηθούν παραδειγματικά μιας και ανακόπτουν την ακόρεστη όρεξη των Γερμανών για κυριαρχία.

Θεωρώ σχεδόν βέβαιο ότι κάποια στιγμή θα υπάρξει αντίδραση, φοβάμαι μόνο ότι αυτό θα γίνει και πάλι πολύ αργά, όπως έγινε και στο παρελθόν, με αποτέλεσμα να βιώσει η ανθρωπότητα καταστροφές και ανείπωτες συμφορές.

Η μικρή Ελλάδα φαντάζει πλέον ως μια νεόκοπη δημοκρατία της Βαϊμάρης που αντιστέκεται. Ο ΣΥΡΙΖΑ θα πρέπει να κατανοήσει το βάρος της ευθύνης και να μην υποχωρήσει, διότι η αποτυχία του θα «ρίξει» τους λαούς της Ευρώπης στα βράχια του Νεοφιλελευθερισμού και στην αγκαλιά του Φασισμού. Διότι αν αποτύχει η αριστερά ως μόνη επιλογή θα φαντάζει η ακροδεξιά, που ήδη κάνοντας μεταστροφή επιδιώκει να εκμεταλλευτεί το υπό διαμόρφωση εθνικό κλίμα. Παράλληλα είναι σημαντικό να δράσουν οι πολίτες της Ευρώπης και ιδιαίτερα της Γερμανίας (που όταν οδηγηθούνε τα πράγματα στη γενικευμένη καταστροφή πάλι θα λένε «δεν γνωρίζαμε, δεν είχαμε καταλάβει») να κατανοήσουν ότι δεν είναι η Ελλάδα που θέτει σε κίνδυνο την Ε.Ε. Ο κίνδυνος είναι η Γερμανία και οι βλέψεις της για κυριαρχία και επιβολή. Η Γερμανία είναι που επιτίθεται και είναι γελασμένοι όλοι όσοι νομίζουν ότι προωθεί το σχέδιο της για την ευημερία της Ευρώπης και των ευρωπαϊκών λαών. Ασχέτως λοιπόν με το ποιά θα είναι η έκβαση των συναντήσεων και διαβουλεύσεων στο Eurogroup μεταξύ της Ελλάδας και της Γερμανίας (για να μιλάμε επί της ουσίας) η αλήθεια είναι μια, ότι υπάρχει ένας γερμανικός σχεδιασμός, που είναι μια βραδυφλεγής βόμβα στα θεμέλια της Ε.Ε. απειλώντας πάλι την αλληλεγγύη και τη συνύπαρξη των λαών.

Εν κατακλείδι μην ξεχνάμε ότι η ιδέα για τη δημιουργία της Ε.Ε. προήλθε βασικά για να μπορέσει να ελεγχθεί η επιθετικότητα των Γερμανών. Η ιστορία λοιπόν διδάσκει και δυστυχώς επαναλαμβάνεται κάποιες φορές ως φάρσα και άλλοτε ως μακάβρια πραγματικότητα, αποτέλεσμα της ασυγχώρητης λήθης μας.