Του Γιώργου Πλειού
Λυθήκαμε στο γέλιο όταν τις προάλλες είδαμε στο facebook καθηγητή της Καλλονής να έχει ανεβάσει φωτογραφία που ανέβαζε στόρια στο παράθυρο με τίτλο «Λέω να ανεβάσω στόρυ»… Είναι εδώ και καιρό η νέα μόδα στο instagram, κατά κόσμο ίνστα ή στο messenger του facebook να ανεβάζουμε οι χρήστες μία φωτογραφία με λίγες λέξεις ή και καμία λέξη, η οποία μένει για 24 ώρες. Πολλά μπορούν να προκύψουν από αυτά τα «στόριζ» (σ.σ. ιστορίες): αστεία, μοίρασμα, ακόμα και φλερτ. Τι συμβαίνει εδώ και χρόνια με τα social media; Ο πρόεδρος του Τμήματος Επικοινωνίας και ΜΜΕ του ΕΚΠΑ, Γιώργος Πλειός, Λέσβιος στην καταγωγή, αλλά και μέλος του Εθνικού Συμβουλίου Ραδιοτηλεόρασης, επί δεκαετίες ερευνητής σε θέματα επικοινωνίας και Μέσων Ενημέρωσης μίλησε στην «Πλατεία» και με βεβαιότητα τόνισε ότι τα social media αντικαθιστούν τα ΜΜΕ. Όπως είπε χαρακτηριστικά, εδώ και χρόνια «κλείσαμε την τηλεόραση και ανεβάζουμε stories, στους δρόμους του κυβερνοχώρου». Επεσήμανε ωστόσο ότι αυτή η τάση που αυξάνεται από τη μια αποτελεί κίνδυνο, από την άλλη ευκαιρία για την ενημέρωση.
Από το 2011, έχει διαπιστώσει ο κ. Πλειός μέσα από την έρευνα ότι η οικονομική κρίση περιόρισε σε πολύ μεγάλο βαθμό τις εξόδους των πολιτών. Επειδή όμως οι άνθρωποι είμαστε όντα κοινωνικά, μπορεί να κλειστήκαμε σπίτι, ανοιχτήκαμε όμως στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, τα social media.
Από το 2013 μάλιστα, παρατηρείται και σημαντική μείωση των ποσοστών της τηλεθέασης. Καθίσταται πλέον σαφές ότι η τηλεόραση έχει φανατικό μόνο το ηλικιωμένο κοινό (άνω των 65), ενώ το δυναμικότερο κοινό (18 με 44 ετών) κάνει καθόλου χρήση της τηλεόρασης ή αποσπασματική (π.χ για να δει έναν αγώνα). Οι δε συνταξιούχοι μπορούν να βλέπουν πάνω από επτά ώρες καθημερινά τηλεόραση, όχι μόνο λόγω της μείωσης των συντάξεων, αλλά επειδή δεν γνωρίζουν πώς λειτουργούν τα social media, αλλά και πώς να περιηγηθούν στο διαδίκτυο.
«Το διαδίκτυο έχει σπάσει και τον πυρηνικό χαρακτήρα της οικογένειας» λέει ο κ. Πλειός που διαπιστώνει ότι τα μέλη της οικογένειας απορροφώνται συνεχώς από το κινητό τους στα social media, την ίδια ώρα που το κινητό έχει καταστεί στο μαζικότερο μέσο επικοινωνίας. Δεν είναι τυχαίο, προσθέτει, ότι το 80% των εισόδων που πραγματοποιούνται στο facebook.
Ποστάρισμα για τις κάλπες
Στην Ελλάδα εντοπίζονται 5 εκατ. ενεργοί λογαριασμοί στο facebook σε σύνολο εφτά εκατομμυρίων και μόλις 1 εκατ. στο twitter. Αυξητική είναι η τάση στο instagram, γεγονός που παρατηρήθηκε και στις προεκλογικές καμπάνιες των υποψηφίων. «Από το 2007 έχουμε σταδιακά μεγαλύτερη χρήση των social media και κατά τη διάρκεια, αλλά και πριν από την προεκλογική περίοδο» παρατηρεί ο Καθηγητής.
«Τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης τα χρησιμοποιούν τα κόμματα για τους ανθρώπους κάτω των 50 και τους νέους ψηφοφόρους από 18 και άνω. Οι νέοι άνθρωποι πλέον δεν διαβάζουν εφημερίδες. Τα στοιχεία δείχνουν ότι οι εταιρείες επικοινωνίας των κομμάτων αξιοποιούν την τηλεόραση για τους ηλικιωμένους και τα social media για τους νεότερους, που μπορεί να μην είναι πολιτικά οργανωμένοι, είναι όμως πολύ καλύτερα ενημερωμένοι» προσθέτει.
«Τα κόμματα χρησιμοποιούν τα μέσα αυτά σαν ΜΜΕ, ενώ η ιδιαιτερότητά τους είναι ότι έχουν τη δυνατότητα της διαδραστικότητας. Δηλαδή ο υποψήφιος κανονικά θα έπρεπε να απαντήσει σε κάθε χρήστη. Η μη απάντηση γίνεται συνώνυμη μιας αδύναμης θέσης, με αποτέλεσμα οι υποψήφιοι να αφήνουν να κρέμονται ερωτήματα και έτσι ό,τι κερδίζουν σε κοινό ή αναγνωσιμότητα να το χάνουν από τον τρόπο που χρησιμοποιούν τα social media» αναφέρει.
Μια άλλη ενδιαφέρουσα παρατήρηση του Γ. Πλειού είναι ότι από τη μία έχουμε αυτή την οριζόντια διάχυση των πληροφοριών μέσω των social media και από την άλλη έχουμε ένα κράτος «top-down», δηλαδή, η εξουσία έχει τόσο μεγάλη ισχύ «όσο σε καμία άλλη χώρα» στην Ελλάδα. Το κόμμα που εκλέγεται παίρνει τη νομοθετική εξουσία, την κυβέρνηση, δηλαδή την εκτελεστική εξουσία, έχει αυξημένη αρμοδιότητα να καθορίζει την δικαστική εξουσία, να ορίζει την ηγεσία της αστυνομίας και… πάει λέγοντας. Έτσι πολλές φορές οι πολιτικοί έχουν την αίσθηση ότι έχουν οι ίδιοι τον πρώτο και τον τελευταίο λόγο.
Από την άλλη στην Ελλάδα, το διαδίκτυο είναι πολύ ακριβό, όπως και η κινητή τηλεφωνία και η χρήση είναι σχετικά περιορισμένη. Ο «εγγραμματισμός» στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης είναι επίσης χαμηλός, γεγονός που απορρέει από το σύνολο του εκπαιδευτικού συστήματος για τον κ. Πλειό. Η χρήση δε του διαδικτύου το καλοκαίρι στην Ελλάδα είναι μικρότερη, λόγω των συλλογικότερων μορφών ψυχαγωγίας αυτή την εποχή.
Οι παραποιημένες ειδήσεις
Τα fake news, που ο Γιώργος Πλειός μεταφράζει ως παραποιημένες ειδήσεις και όχι «ψευδείς» γιατί πολλές φορές χρησιμοποιούν και μέρος της αλήθειας, είναι ειδήσεις που μεταδίδονται πολύ συχνά από τα social media. «Και θα ζήσουμε με αυτές για πολλά χρόνια» συμπεραίνει, ενώ θεωρεί ότι αντιμετωπίζονται με την αυξημένη κοινωνική και πολιτική συμμετοχή: «Η εμπειρία μας μπορεί να μας πει αν κάτι είναι αλήθεια ή όχι. Αλλά αυτή δεν αποκτιέται μέσα σε ένα δωμάτιο»…
*Το παρόν άρθρο δημοσιεύτηκε στο free press περιοδικό ΠΛΑΤΕΙΑ που κυκλοφορεί σε όλη τη Λέσβο
Λυθήκαμε στο γέλιο όταν τις προάλλες είδαμε στο facebook καθηγητή της Καλλονής να έχει ανεβάσει φωτογραφία που ανέβαζε στόρια στο παράθυρο με τίτλο «Λέω να ανεβάσω στόρυ»… Είναι εδώ και καιρό η νέα μόδα στο instagram, κατά κόσμο ίνστα ή στο messenger του facebook να ανεβάζουμε οι χρήστες μία φωτογραφία με λίγες λέξεις ή και καμία λέξη, η οποία μένει για 24 ώρες. Πολλά μπορούν να προκύψουν από αυτά τα «στόριζ» (σ.σ. ιστορίες): αστεία, μοίρασμα, ακόμα και φλερτ. Τι συμβαίνει εδώ και χρόνια με τα social media; Ο πρόεδρος του Τμήματος Επικοινωνίας και ΜΜΕ του ΕΚΠΑ, Γιώργος Πλειός, Λέσβιος στην καταγωγή, αλλά και μέλος του Εθνικού Συμβουλίου Ραδιοτηλεόρασης, επί δεκαετίες ερευνητής σε θέματα επικοινωνίας και Μέσων Ενημέρωσης μίλησε στην «Πλατεία» και με βεβαιότητα τόνισε ότι τα social media αντικαθιστούν τα ΜΜΕ. Όπως είπε χαρακτηριστικά, εδώ και χρόνια «κλείσαμε την τηλεόραση και ανεβάζουμε stories, στους δρόμους του κυβερνοχώρου». Επεσήμανε ωστόσο ότι αυτή η τάση που αυξάνεται από τη μια αποτελεί κίνδυνο, από την άλλη ευκαιρία για την ενημέρωση.
Από το 2011, έχει διαπιστώσει ο κ. Πλειός μέσα από την έρευνα ότι η οικονομική κρίση περιόρισε σε πολύ μεγάλο βαθμό τις εξόδους των πολιτών. Επειδή όμως οι άνθρωποι είμαστε όντα κοινωνικά, μπορεί να κλειστήκαμε σπίτι, ανοιχτήκαμε όμως στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, τα social media.
Από το 2013 μάλιστα, παρατηρείται και σημαντική μείωση των ποσοστών της τηλεθέασης. Καθίσταται πλέον σαφές ότι η τηλεόραση έχει φανατικό μόνο το ηλικιωμένο κοινό (άνω των 65), ενώ το δυναμικότερο κοινό (18 με 44 ετών) κάνει καθόλου χρήση της τηλεόρασης ή αποσπασματική (π.χ για να δει έναν αγώνα). Οι δε συνταξιούχοι μπορούν να βλέπουν πάνω από επτά ώρες καθημερινά τηλεόραση, όχι μόνο λόγω της μείωσης των συντάξεων, αλλά επειδή δεν γνωρίζουν πώς λειτουργούν τα social media, αλλά και πώς να περιηγηθούν στο διαδίκτυο.
«Το διαδίκτυο έχει σπάσει και τον πυρηνικό χαρακτήρα της οικογένειας» λέει ο κ. Πλειός που διαπιστώνει ότι τα μέλη της οικογένειας απορροφώνται συνεχώς από το κινητό τους στα social media, την ίδια ώρα που το κινητό έχει καταστεί στο μαζικότερο μέσο επικοινωνίας. Δεν είναι τυχαίο, προσθέτει, ότι το 80% των εισόδων που πραγματοποιούνται στο facebook.
Ποστάρισμα για τις κάλπες
Στην Ελλάδα εντοπίζονται 5 εκατ. ενεργοί λογαριασμοί στο facebook σε σύνολο εφτά εκατομμυρίων και μόλις 1 εκατ. στο twitter. Αυξητική είναι η τάση στο instagram, γεγονός που παρατηρήθηκε και στις προεκλογικές καμπάνιες των υποψηφίων. «Από το 2007 έχουμε σταδιακά μεγαλύτερη χρήση των social media και κατά τη διάρκεια, αλλά και πριν από την προεκλογική περίοδο» παρατηρεί ο Καθηγητής.
«Τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης τα χρησιμοποιούν τα κόμματα για τους ανθρώπους κάτω των 50 και τους νέους ψηφοφόρους από 18 και άνω. Οι νέοι άνθρωποι πλέον δεν διαβάζουν εφημερίδες. Τα στοιχεία δείχνουν ότι οι εταιρείες επικοινωνίας των κομμάτων αξιοποιούν την τηλεόραση για τους ηλικιωμένους και τα social media για τους νεότερους, που μπορεί να μην είναι πολιτικά οργανωμένοι, είναι όμως πολύ καλύτερα ενημερωμένοι» προσθέτει.
«Τα κόμματα χρησιμοποιούν τα μέσα αυτά σαν ΜΜΕ, ενώ η ιδιαιτερότητά τους είναι ότι έχουν τη δυνατότητα της διαδραστικότητας. Δηλαδή ο υποψήφιος κανονικά θα έπρεπε να απαντήσει σε κάθε χρήστη. Η μη απάντηση γίνεται συνώνυμη μιας αδύναμης θέσης, με αποτέλεσμα οι υποψήφιοι να αφήνουν να κρέμονται ερωτήματα και έτσι ό,τι κερδίζουν σε κοινό ή αναγνωσιμότητα να το χάνουν από τον τρόπο που χρησιμοποιούν τα social media» αναφέρει.
Μια άλλη ενδιαφέρουσα παρατήρηση του Γ. Πλειού είναι ότι από τη μία έχουμε αυτή την οριζόντια διάχυση των πληροφοριών μέσω των social media και από την άλλη έχουμε ένα κράτος «top-down», δηλαδή, η εξουσία έχει τόσο μεγάλη ισχύ «όσο σε καμία άλλη χώρα» στην Ελλάδα. Το κόμμα που εκλέγεται παίρνει τη νομοθετική εξουσία, την κυβέρνηση, δηλαδή την εκτελεστική εξουσία, έχει αυξημένη αρμοδιότητα να καθορίζει την δικαστική εξουσία, να ορίζει την ηγεσία της αστυνομίας και… πάει λέγοντας. Έτσι πολλές φορές οι πολιτικοί έχουν την αίσθηση ότι έχουν οι ίδιοι τον πρώτο και τον τελευταίο λόγο.
Από την άλλη στην Ελλάδα, το διαδίκτυο είναι πολύ ακριβό, όπως και η κινητή τηλεφωνία και η χρήση είναι σχετικά περιορισμένη. Ο «εγγραμματισμός» στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης είναι επίσης χαμηλός, γεγονός που απορρέει από το σύνολο του εκπαιδευτικού συστήματος για τον κ. Πλειό. Η χρήση δε του διαδικτύου το καλοκαίρι στην Ελλάδα είναι μικρότερη, λόγω των συλλογικότερων μορφών ψυχαγωγίας αυτή την εποχή.
Οι παραποιημένες ειδήσεις
Τα fake news, που ο Γιώργος Πλειός μεταφράζει ως παραποιημένες ειδήσεις και όχι «ψευδείς» γιατί πολλές φορές χρησιμοποιούν και μέρος της αλήθειας, είναι ειδήσεις που μεταδίδονται πολύ συχνά από τα social media. «Και θα ζήσουμε με αυτές για πολλά χρόνια» συμπεραίνει, ενώ θεωρεί ότι αντιμετωπίζονται με την αυξημένη κοινωνική και πολιτική συμμετοχή: «Η εμπειρία μας μπορεί να μας πει αν κάτι είναι αλήθεια ή όχι. Αλλά αυτή δεν αποκτιέται μέσα σε ένα δωμάτιο»…
*Το παρόν άρθρο δημοσιεύτηκε στο free press περιοδικό ΠΛΑΤΕΙΑ που κυκλοφορεί σε όλη τη Λέσβο