Το διάμεσο διαθέσιμο εισόδημα στην Ελλάδα ανερχόταν το 2021 σε 8.752 ευρώ και σε 9.917 μονάδες αγοραστικής δύναμης (Purchasing Power Standard, PPS) ή σε μόλις 55% του αντίστοιχου εισοδήματος στην Ε.Ε. που ανερχόταν σε 18.019 PPS. Το διάμεσο εισόδημα στη Βουλγαρία ήταν 9.375 PPS και στη Ρουμανία 9.917 PPS, με της Ουγγαρίας να είναι ελαφρά υψηλότερο (9.982 PPS).
Στον αντίποδα, το υψηλότερο διαθέσιμο εισόδημα έχουν οι κάτοικοι του Λουξεμβούργου (32.132 PPS), της Ολλανδίας (24.560 PPS), της Αυστρίας (24.450 PPS) και της Γερμανίας (23.401 PPS).
Ανισότητες
Εάν ληφθεί υπόψη το μέσο διαθέσιμο εισόδημα ανά κάτοικο, δηλαδή ο μέσος όρος των διαθέσιμων εισοδημάτων, το ποσό σε ευρώ ήταν 9.952 ευρώ ή 11.277 PPS και ήταν το τέταρτο χαμηλότερο μετά από αυτό της Ρουμανίας, της Βουλγαρίας και της Ουγγαρίας.Σύμφωνα με τα στοιχεία της Eurostat, η ανισότητα στην κατανομή του εισοδήματος στην Ελλάδα ήταν από τις υψηλότερες στην Ε.Ε., καθώς στο 20% των κατοίκων με τα υψηλότερα εισοδήματα αντιστοιχούσε περίπου το 40% του συνολικού διαθέσιμου εισοδήματος έναντι 38,2% στην Ε.Ε., ενώ το αντίστοιχο ποσοστό για το 20% του πληθυσμού με τα χαμηλότερα εισοδήματα ήταν μικρότερο από το 7% έναντι 7,9% στην Ε.Ε.
Χειροτέρευση επί ημερών κυβέρνησης Μητσοτάκη
Τα παραπάνω επιβεβαιώνουν άλλωστε και τα τελευταία στοιχεία της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής, τα οποία έδειχναν ότι αυξάνεται με ανησυχητικό ρυθμό το ποσοστό του πληθυσμού που βρίσκεται σε κίνδυνο φτώχειας ή κοινωνικού αποκλεισμού και εξαιτίας των χαμηλών εισοδημάτων του στερείται βασικών αγαθών και υπηρεσιών. Το 28,3% του πληθυσμού, ήτοι περίπου 3 εκατομμύρια άτομα, βρέθηκε στο όριο της φτώχειας το 2021, ποσοστό αυξημένο κατά 0,9 ποσοστιαίες μονάδες σε σχέση με το 2020 (27,4%).Είναι, μάλιστα, η πρώτη χρονιά μετά το 2015 -εν μέσω Μνημονίων- που ο συγκεκριμένος δείκτης καταγράφει αύξηση. Τα στοιχεία που προέρχονται από την Έρευνα Εισοδήματος και Συνθηκών Διαβίωσης των Νοικοκυριών της ΕΛΣΤΑΤ είναι αποκαλυπτικά. Το ποσοστό του πληθυσμού σε κίνδυνο φτώχειας ή κοινωνικού αποκλεισμού στην Ελλάδα παραμένει σημαντικά υψηλότερο από τον μέσο όρο της Ευρωζώνης (28,3% με βάση τον αναθεωρημένο ορισμό στην Ελλάδα έναντι 22,0% στην Ευρωζώνη το 2021) και αυξάνεται το 2021 συγκρινόμενο με το 2020 (κατά 0,6 ποσοστιαίες μονάδες, από 28,9% το 2020 σε 29,5% το 2021 με βάση τον παλαιό ορισμό, ή κατά 0,9 ποσοστιαίες μονάδες από 27,4% σε 28,3% με βάση τον νέο ορισμό).
Η αύξηση αυτή μπορεί να αποδοθεί στην κατά 1,8 ποσοστιαίες μονάδες αύξηση του ποσοστού του πληθυσμού σε χαμηλή ένταση εργασίας (από 11,8% το 2020 σε 13,6% το 2021) και στην κατά 1,9 ποσοστιαίες μονάδες αύξηση του ποσοστού του πληθυσμού σε κίνδυνο φτώχειας (από 17,7% το 2020 σε 19,6% το 2021).
Εξόχως σημαντικό στοιχείο που καταδεικνύει το μέγεθος του προβλήματος είναι το εξής: το ποσοστό των φτωχών νοικοκυριών, 28,3%, προκύπτει μετά τις χορηγήσεις των κοινωνικών επιδομάτων, ενώ χωρίς τα κοινωνικά επιδόματα το ποσοστό της φτώχειας στην Ελλάδα εκτινάσσεται στο 48,2%!
Την ίδια στιγμή, φαίνεται ότι ανοίγει η ψαλίδα των ανισοτήτων, με ευθύνη της κυβέρνησης Μητσοτάκη. Ύστερα από μια σημαντική αποκλιμάκωση που είχαμε τα προηγούμενα χρόνια, από το 2020 έως το 2022 οι ανισότητες στην Ελλάδα έχουν οξυνθεί. Αυτό το βλέπουμε από τον δείκτη S80-S20, η τιμή του οποίου αυξάνεται συνεχώς, φτάνοντας πλέον το 5,8. Ο δείκτης αυτός μετρά το χάσμα ανάμεσα στον πλούτο που κατέχει το πλουσιότερο 20% του πληθυσμού σε σχέση με το φτωχότερο 20%.
Το 93% είδε το εισόδημά του να μειώνεται ή να μένει σταθερό
Χαρακτηριστικό της εξέλιξης που πήραν τα εισοδήματα μέσα στην πανδημία είναι το παρακάτω διάγραμμα της Eurostat, όπου αποτυπώνεται το ποσοστό του πληθυσμού της κάθε χώρας που το 2021 είδε το εισόδημά του να αυξάνεται, να μειώνεται ή να μένει σταθερό.
Βλέπουμε πως η Ελλάδα βρίσκεται σε καλύτερη θέση μόνο από την Ιταλία, αφού μόνο το 6,9% των πολιτών είδαν αύξηση των εισοδημάτων τους, έναντι 26,3% που είδαν μείωση, με την πλειονότητα να μην βλέπει αξιοσημείωτη μεταβολή. Κι αν αυτή η εικόνα είναι αρνητική, είναι βέβαιο πως η αντίστοιχη για το 2022, ελέω πληθωρισμού, θα είναι ακόμα χειρότερη.
Γιάννης Αγουρίδης
πηγή: Αυγή