Κυριακή 22 Ιανουαρίου 2017

Η αρχή του τέλους της παγκοσμιοποίησης;


Του Γιάννη Κιμπουρόπουλου

Η ομιλία Τραμπ διέψευσε τις προσδοκίες για μετριοπάθεια και οι πρώτες πράξεις του επιβεβαιώνουν το νέο, προστατευτικό οικονομικό δόγμα του.
Μερικές φορές οι συμβολισμοί ξεπερνούν την επικοινωνιακή τους αξία και αποκτούν υλικό πολιτικό περιεχόμενο: ο Μπαράκ Ομπάμα επέλεξε να κάνει με την Άνγκελα Μέρκελ την τελευταία τηλεφωνική συνομιλία του ως πρόεδρος των ΗΠΑ. Κατά κάποιο τρόπο αυτή η συνομιλία ήταν μια παράδοση της σκυτάλης της ηγεσίας της παγκοσμιοποίησης στον επόμενο δρομέα.
 Αν ήταν πιο τολμηρός θα έπρεπε να παραδώσει τη σκυτάλη στον Σι Τσινπινγκ, τον Κινέζο πρόεδρο, που έχει πολύ καλύτερες προϋποθέσεις να «τερματίσει». Αλλ’ αυτό μπορεί να θεωρείτο και πράξη προδοσίας από τον νέο Αμερικανό πρόεδρο, για τον οποίο η αντιμετώπιση της ισχύος της Κίνας είναι ο απώτατος σκοπός της πολιτικής του.
Δυστυχώς για τον Ομπάμα, η γερμανική αντίδραση στην πολιτική Τραμπ απέδειξε ότι ο απελθών αμερικανός πρόεδρος παρέδωσε σε λάθος χέρια τη σκυτάλη της παγκοσμιοποίησης.
«Οι ΗΠΑ να τηρήσουν τις διεθνείς συμφωνίες που έχουν υπογράψει», απάντησε ο Σόιμπλε στις προειδοποιήσεις Τραμπ για τις γερμανικές αυτοκινητοβιομηχανίες. Εδώ ο Β. Σόιμπλε μάλλον τα μπέρδεψε. Να νόμισε, άραγε, ότι απευθύνεται στους υπηκόους του στην Ευρωζώνη;
Εδώ και επτά μεταπολεμικές δεκαετίες οι διεθνείς οικονομικές συμφωνίες υπάρχουν όταν, επειδή και για όσο το θέλουν οι ΗΠΑ. Αυτός είναι ο πρώτος άγραφος κανόνας τους, τουλάχιστον στο πεδίο της λεγόμενης Δύσης. Ακόμη και η Ε.Ε. δεν θα υπήρχε αν δεν περιλαμβανόταν στη στρατηγική τους, παρά τις επιμέρους ευρωατλαντικές αντιπαλότητες.

Από τον Ειρηνικό αρχίζει το ξήλωμα
Δικαίως ο Τραμπ, η ομιλία του, και οι πρώτες ώρες του στον Λευκό Οίκο τρομάζουν τους «ντίλερ» της παγκοσμιοποίησης, από τη νεοφιλελεύθερη Λαγκάρντ του ΔΝΤ και τον «ορντολιμπελιστή» Σόιμπλε μέχρι τους νεοκεϋνσιανούς οικονομολόγους όπως ο Στίγκλιτς, που προδικάζουν αποτυχία της προστατευτικής πολιτικής του.
Επισείουν τον κίνδυνο να παραδοθεί η παγκόσμια οικονομία σε καταστροφικούς εμπορικούς πολέμους, αποκρύπτοντας ωστόσο ότι η μακρά εμπορική ειρήνη που επισφραγίζεται από την απορύθμιση των αγορών και τις διεθνείς εμπορικές και επενδυτικές συμφωνίες συνοδεύονται από έναν διαρκή, γενικευμένο πόλεμο των ελίτ της παγκοσμιοποίησης εναντίων των εργαζομένων, των φτωχών στρωμάτων, τα των ελάχιστων κοινωνικών λειτουργιών του κράτους.
Η πρώτη πράξη της κυβέρνησης Τραμπ ήταν να προαναγγείλει την επαναδιαπραγμάτευση της NAFTA μεταξύ ΗΠΑ, Καναδά και Μεξικού, της παλαιότερης εμπορικής συμφωνίας (από το 1994) και την αποχώρηση των ΗΠΑ από την αντίστοιχη συμφωνία 12 χωρών του Ειρηνικού, την TPP, που υπογράφτηκε πριν από μερικούς μήνες.
Η εξέλιξη προδικάζει αντίστοιχη μοίρα για την υπό διαπραγμάτευση TTIP, την Διατλαντική Συμφωνία Επενδύσεων και Εμπορίου, ενώ υποβαθμίζει δραστικά και τη σημασία της ευρωκαναδικής συμφωνίας, της CETA, για τις αμερικανικές πολυεθνικές.

Τελικά, εννοούσε κάθε λέξη…

Η ομιλία Τραμπ κατά την ορκωμοσία του διέψευσε τις προσδοκίες ότι η προσγείωσή του στον Λευκό Οίκο θα μετρίαζε τις προεκλογικές του κορώνες σε ένα μετριοπαθέστερο μίγμα πολιτικής. Κάθε άλλο. Το μίγμα εθνικισμού, οικονομικού πατριωτισμού, υποσχέσεων προς τη χαμένη μεσαία τάξη, οι κορώνες κατά του «κατεστημένου», ακόμη και η υπεράσπιση της αστυνομίας που για αρκετές ώρες συμπλεκόταν με διαδηλωτές κατά του νέου αμερικανού προέδρου δείχνουν ότι μάλλον εννοούσε κάθε λέξη του κατά την προεκλογική του εκστρατεία.
Οι αναφορές σε περιττές χρηματοδοτήσεις ξένων στρατών και ξένων οικονομιών πρέπει σαφώς να ερμηνευτούν ως μήνυμα, πρώτον, προς τους συμμάχους των ΗΠΑ στο ΝΑΤΟ ότι πρέπει να ετοιμάζονται να επωμιστούν μεγαλύτερες αμυντικές δαπάνες και, δεύτερον, προς τις χώρες μέλη του ΔΝΤ και άλλων διεθνών οικονομικών οργανισμών ότι η αμερικανική χρηματοδότηση είτε θα μειωθεί είτε θα παρέχεται με σκληρούς όρους.
Αντιθέτως, η υπόσχεση αντιμετώπισης της ισλαμικής τρομοκρατίας σημαίνει ότι η εμπλοκή των αμερικανικών δυνάμεων στα μέτωπα της Μέσης Ανατολής μάλλον θα συνεχιστεί, αν και δεν είναι σαφές με ποιον τρόπο.
Όλες οι μέχρι στιγμής ενδείξεις και τα πρώτα δείγματα γραφής της κυβέρνησης Τραμπ παραπέμπουν σε μια Αμερική πολύ διαφορετική απ’ αυτή που ξέρει ο μεταπολεμικός κόσμος: αντιμεταναστευτική, εσωστρεφή, λιγότερο επεμβατική, προστατευτική, λιγότερο φιλελεύθερη, πιο ρατσιστική, λιγότερο παγκόσμια, πιο εθνικιστική από ποτέ, πιο επιρρεπή σε εμπορικούς πολέμους.
Σίγουρα ο Τραμπ είναι η χειρότερη και πιο επικίνδυνη απάντηση που θα μπορούσε να δώσει κόσμος στην ανεξέλεγκτη παγκοσμιοποίηση. Αλλά δεν φταίει ο Τραμπ που αυτή η απάντηση είναι η μόνη που αποτολμήθηκε…
Μερικές φορές οι συμβολισμοί ξεπερνούν την επικοινωνιακή τους αξία και αποκτούν υλικό πολιτικό περιεχόμενο: ο Μπαράκ Ομπάμα επέλεξε να κάνει με την Άνγκελα Μέρκελ την τελευταία τηλεφωνική συνομιλία του ως πρόεδρος των ΗΠΑ. Κατά κάποιο τρόπο αυτή η συνομιλία ήταν μια παράδοση της σκυτάλης της ηγεσίας της παγκοσμιοποίησης στον επόμενο δρομέα. Αν ήταν πιο τολμηρός θα έπρεπε να παραδώσει τη σκυτάλη στον Σι Τσινπινγκ, τον Κινέζο πρόεδρο, που έχει πολύ καλύτερες προϋποθέσεις να «τερματίσει». Αλλ’ αυτό μπορεί να θεωρείτο και πράξη προδοσίας από τον νέο Αμερικανό πρόεδρο, για τον οποίο η αντιμετώπιση της ισχύος της Κίνας είναι ο απώτατος σκοπός της πολιτικής του. Δυστυχώς για τον Ομπάμα, η γερμανική αντίδραση στην πολιτική Τραμπ απέδειξε ότι ο απελθών αμερικανός πρόεδρος παρέδωσε σε λάθος χέρια τη σκυτάλη της παγκοσμιοποίησης. «Οι ΗΠΑ να τηρήσουν τις διεθνείς συμφωνίες που έχουν υπογράψει», απάντησε ο Σόιμπλε στις προειδοποιήσεις Τραμπ για τις γερμανικές αυτοκινητοβιομηχανίες. Εδώ ο Β. Σόιμπλε μάλλον τα μπέρδεψε. Να νόμισε, άραγε, ότι απευθύνεται στους υπηκόους του στην Ευρωζώνη; Εδώ και επτά μεταπολεμικές δεκαετίες οι διεθνείς οικονομικές συμφωνίες υπάρχουν όταν, επειδή και για όσο το θέλουν οι ΗΠΑ. Αυτός είναι ο πρώτος άγραφος κανόνας τους, τουλάχιστον στο πεδίο της λεγόμενης Δύσης. Ακόμη και η Ε.Ε. δεν θα υπήρχε αν δεν περιλαμβανόταν στη στρατηγική τους, παρά τις επιμέρους ευρωατλαντικές αντιπαλότητες. Από τον Ειρηνικό αρχίζει το ξήλωμα Δικαίως ο Τραμπ, η ομιλία του, και οι πρώτες ώρες του στον Λευκό Οίκο τρομάζουν τους «ντίλερ» της παγκοσμιοποίησης, από τη νεοφιλελεύθερη Λαγκάρντ του ΔΝΤ και τον «ορντολιμπελιστή» Σόιμπλε μέχρι τους νεοκεϋνσιανούς οικονομολόγους όπως ο Στίγκλιτς, που προδικάζουν αποτυχία της προστατευτικής πολιτικής του. Επισείουν τον κίνδυνο να παραδοθεί η παγκόσμια οικονομία σε καταστροφικούς εμπορικούς πολέμους, αποκρύπτοντας ωστόσο ότι η μακρά εμπορική ειρήνη που επισφραγίζεται από την απορύθμιση των αγορών και τις διεθνείς εμπορικές και επενδυτικές συμφωνίες συνοδεύονται από έναν διαρκή, γενικευμένο πόλεμο των ελίτ της παγκοσμιοποίησης εναντίων των εργαζομένων, των φτωχών στρωμάτων, τα των ελάχιστων κοινωνικών λειτουργιών του κράτους. Η πρώτη πράξη της κυβέρνησης Τραμπ ήταν να προαναγγείλει την επαναδιαπραγμάτευση της NAFTA μεταξύ ΗΠΑ, Καναδά και Μεξικού, της παλαιότερης εμπορικής συμφωνίας (από το 1994) και την αποχώρηση των ΗΠΑ από την αντίστοιχη συμφωνία 12 χωρών του Ειρηνικού, την TPP, που υπογράφτηκε πριν από μερικούς μήνες. Η εξέλιξη προδικάζει αντίστοιχη μοίρα για την υπό διαπραγμάτευση TTIP, την Διατλαντική Συμφωνία Επενδύσεων και Εμπορίου, ενώ υποβαθμίζει δραστικά και τη σημασία της ευρωκαναδικής συμφωνίας, της CETA, για τις αμερικανικές πολυεθνικές. Τελικά, εννοούσε κάθε λέξη… Η ομιλία Τραμπ κατά την ορκωμοσία του διέψευσε τις προσδοκίες ότι η προσγείωσή του στον Λευκό Οίκο θα μετρίαζε τις προεκλογικές του κορώνες σε ένα μετριοπαθέστερο μίγμα πολιτικής. Κάθε άλλο. Το μίγμα εθνικισμού, οικονομικού πατριωτισμού, υποσχέσεων προς τη χαμένη μεσαία τάξη, οι κορώνες κατά του «κατεστημένου», ακόμη και η υπεράσπιση της αστυνομίας που για αρκετές ώρες συμπλεκόταν με διαδηλωτές κατά του νέου αμερικανού προέδρου δείχνουν ότι μάλλον εννοούσε κάθε λέξη του κατά την προεκλογική του εκστρατεία. Οι αναφορές σε περιττές χρηματοδοτήσεις ξένων στρατών και ξένων οικονομιών πρέπει σαφώς να ερμηνευτούν ως μήνυμα, πρώτον, προς τους συμμάχους των ΗΠΑ στο ΝΑΤΟ ότι πρέπει να ετοιμάζονται να επωμιστούν μεγαλύτερες αμυντικές δαπάνες και, δεύτερον, προς τις χώρες μέλη του ΔΝΤ και άλλων διεθνών οικονομικών οργανισμών ότι η αμερικανική χρηματοδότηση είτε θα μειωθεί είτε θα παρέχεται με σκληρούς όρους. Αντιθέτως, η υπόσχεση αντιμετώπισης της ισλαμικής τρομοκρατίας σημαίνει ότι η εμπλοκή των αμερικανικών δυνάμεων στα μέτωπα της Μέσης Ανατολής μάλλον θα συνεχιστεί, αν και δεν είναι σαφές με ποιον τρόπο. Όλες οι μέχρι στιγμής ενδείξεις και τα πρώτα δείγματα γραφής της κυβέρνησης Τραμπ παραπέμπουν σε μια Αμερική πολύ διαφορετική απ’ αυτή που ξέρει ο μεταπολεμικός κόσμος: αντιμεταναστευτική, εσωστρεφή, λιγότερο επεμβατική, προστατευτική, λιγότερο φιλελεύθερη, πιο ρατσιστική, λιγότερο παγκόσμια, πιο εθνικιστική από ποτέ, πιο επιρρεπή σε εμπορικούς πολέμους. Σίγουρα ο Τραμπ είναι η χειρότερη και πιο επικίνδυνη απάντηση που θα μπορούσε να δώσει κόσμος στην ανεξέλεγκτη παγκοσμιοποίηση. Αλλά δεν φταίει ο Τραμπ που αυτή η απάντηση είναι η μόνη που αποτολμήθηκε…

www.dikaiologitika.gr