Η φτωχή ελληνική κοινωνία των δεκαετιών του '50 και του '60 έβλεπε στην εκπαίδευση ένα εισιτήριο για την προς τα πάνω διάρρηξη του ταξικού στρώματος. Η φράση «μάθε, παιδί μου, γράμματα» μεταδόθηκε στις επόμενες γενιές και από την ανάγκη απόκτησης απολυτηρίου Λυκείου φτάσαμε σήμερα στην ανάγκη απόκτησης δεύτερου μεταπτυχιακού διπλώματος.
Η
κυβέρνηση υπέστη προ ημερών ένα άγριο κοινωνικό στραπάτσο με την
υπόθεση της τηλεκατάρτισης επιστημόνων. Νομοθέτησε να δοθούν 80
εκατομμύρια ευρώ σε «ημέτερα» ιδιωτικά Κέντρα Επαγγελματικής Κατάρτισης,
που προσέφεραν άθλιες υπηρεσίες στους επιστήμονες, και μετά την
κατακραυγή πολύ δυναμικών ομάδων, τις οποίες κορόιδεψε η Ν.Δ., ήρθε η
κακήν κακώς οπισθοχώρηση.
Το πρόβλημα δεν έγκειται μόνο στο ρουσφέτι που έκαναν σε «κολλητούς» της νυν ηγεσίας του υπουργείου Υγείας, ούτε στους ανεκδιήγητους Γιάννη Βρούτση και Άδωνι Γεωργιάδη, που υποστήριζαν ότι τα παρεχόμενα προγράμματα είναι απλώς υπέροχα. Η γελοιότητα χτύπησε μια ευαίσθητη χορδή της ελληνικής κοινωνίας, την εκπαίδευση.
Η φτωχή ελληνική κοινωνία των δεκαετιών του '50 και του '60 έβλεπε στην εκπαίδευση ένα εισιτήριο για την προς τα πάνω διάρρηξη του ταξικού στρώματος. Η φράση «μάθε, παιδί μου, γράμματα» μεταδόθηκε στις επόμενες γενιές και από την ανάγκη απόκτησης απολυτηρίου Λυκείου φτάσαμε σήμερα στην ανάγκη απόκτησης δεύτερου μεταπτυχιακού διπλώματος. Γενιές ολόκληρες έριξαν ιδρώτα και πλούτο στα θρανία και τα έδρανα για να αποκτήσουν ένα εισιτήριο στην οικονομική αξιοπρέπεια.
Η «κυβέρνηση των αρίστων» κατάφερε λοιπόν με αυτή την πρόσφατη γελοιότητα να αποδείξει ότι εκπαίδευση γι' αυτήν σημαίνει απλώς ρουσφέτι εκατομμυρίων, πελατειακό κράτος εξυπηρέτησης επιχειρηματιών, ρεμούλα. Και με αυτόν τον τρόπο έφτασε να ξεφτιλίσει την ίδια την έννοια και την ανάγκη για κατάρτιση μέσα σε έναν ραγδαία τεχνολογικά μεταβαλλόμενο κόσμο.
Δεν σταμάτησε όμως εκεί. Την ώρα που ο Μητσοτάκης έδινε το πράσινο φως για να εφαρμοστεί το σχέδιο του ρουσφετιού με τα ΚΕΚ, συναινούσε και σε ένα άλλο νομοσχέδιο, αυτό της υπουργού Παιδείας Κεραμέως. Σε αυτό προβλέπεται αύξηση των μαθημάτων για τις προαγωγικές εξετάσεις, κατάργηση της Κοινωνιολογίας ως εξεταζόμενου μαθήματος, επαναφορά της διαγωγής, αλλά και αύξηση των ημερών αποβολής από το σχολείο. Είναι αναμφίβολα ένα νομοσχέδιο που πάει την παιδεία δεκαετίες πίσω και που επαναφέρει παιδαγωγικά σχήματα παρωχημένα και απολύτως αποτυχημένα.
Και τι μένει τελικά; Έχουμε μια κυβέρνηση ειδικευμένη μόνο στη μοιρασιά χρήματος σε φίλους, μια κυβέρνηση που ξεφτιλίζει ουσιώδεις έννοιες της εκπαίδευσης, που βαθαίνει την εντατικοποίηση στην Παιδεία και σε λίγο -γιατί όχι- θα επαναφέρει ακόμα και τις ποδιές.
Τέτοια «αριστεία» να μας λείπει.
Γράφει ο Νίκος Σβέρκος
Το πρόβλημα δεν έγκειται μόνο στο ρουσφέτι που έκαναν σε «κολλητούς» της νυν ηγεσίας του υπουργείου Υγείας, ούτε στους ανεκδιήγητους Γιάννη Βρούτση και Άδωνι Γεωργιάδη, που υποστήριζαν ότι τα παρεχόμενα προγράμματα είναι απλώς υπέροχα. Η γελοιότητα χτύπησε μια ευαίσθητη χορδή της ελληνικής κοινωνίας, την εκπαίδευση.
Η φτωχή ελληνική κοινωνία των δεκαετιών του '50 και του '60 έβλεπε στην εκπαίδευση ένα εισιτήριο για την προς τα πάνω διάρρηξη του ταξικού στρώματος. Η φράση «μάθε, παιδί μου, γράμματα» μεταδόθηκε στις επόμενες γενιές και από την ανάγκη απόκτησης απολυτηρίου Λυκείου φτάσαμε σήμερα στην ανάγκη απόκτησης δεύτερου μεταπτυχιακού διπλώματος. Γενιές ολόκληρες έριξαν ιδρώτα και πλούτο στα θρανία και τα έδρανα για να αποκτήσουν ένα εισιτήριο στην οικονομική αξιοπρέπεια.
Η «κυβέρνηση των αρίστων» κατάφερε λοιπόν με αυτή την πρόσφατη γελοιότητα να αποδείξει ότι εκπαίδευση γι' αυτήν σημαίνει απλώς ρουσφέτι εκατομμυρίων, πελατειακό κράτος εξυπηρέτησης επιχειρηματιών, ρεμούλα. Και με αυτόν τον τρόπο έφτασε να ξεφτιλίσει την ίδια την έννοια και την ανάγκη για κατάρτιση μέσα σε έναν ραγδαία τεχνολογικά μεταβαλλόμενο κόσμο.
Δεν σταμάτησε όμως εκεί. Την ώρα που ο Μητσοτάκης έδινε το πράσινο φως για να εφαρμοστεί το σχέδιο του ρουσφετιού με τα ΚΕΚ, συναινούσε και σε ένα άλλο νομοσχέδιο, αυτό της υπουργού Παιδείας Κεραμέως. Σε αυτό προβλέπεται αύξηση των μαθημάτων για τις προαγωγικές εξετάσεις, κατάργηση της Κοινωνιολογίας ως εξεταζόμενου μαθήματος, επαναφορά της διαγωγής, αλλά και αύξηση των ημερών αποβολής από το σχολείο. Είναι αναμφίβολα ένα νομοσχέδιο που πάει την παιδεία δεκαετίες πίσω και που επαναφέρει παιδαγωγικά σχήματα παρωχημένα και απολύτως αποτυχημένα.
Και τι μένει τελικά; Έχουμε μια κυβέρνηση ειδικευμένη μόνο στη μοιρασιά χρήματος σε φίλους, μια κυβέρνηση που ξεφτιλίζει ουσιώδεις έννοιες της εκπαίδευσης, που βαθαίνει την εντατικοποίηση στην Παιδεία και σε λίγο -γιατί όχι- θα επαναφέρει ακόμα και τις ποδιές.
Τέτοια «αριστεία» να μας λείπει.
Γράφει ο Νίκος Σβέρκος