«Κόλαφο» για την κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη αποτελεί η απάντηση που έδωσε η Ευρωπαία Επίτροπος για θέματα Διαφάνειας, Βέρα Γιούροβα, η οποία παραλληλίζει την Ελλάδα με την Ουγγαρία και την Πολωνία, και τις ακροδεξιές πρακτικές των κυβερνήσεών τους.
Ο ευρωβουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ-Προοδευτική Συμμαχία Στέλιος Κούλογλου απηύθυνε ερώτημα στην Επίτροπο σχετικά με την λίστα Πέτσα και την σκανδαλώδη κατανομή των πόρων στα φιλικά προς την κυβέρνηση Μητσοτάκη ΜΜΕ, κατά την διάρκεια ακρόασης της Επιτρόπου στην Διακομματική Επιτροπή του Ευρωκοινοβουλίου για τα ΜΜΕ, της οποίας είναι μέλος.
«Δεν είναι μόνο ελληνική περίπτωση. Το ίδιο κόλπο βλέπουμε και στην Ουγγαρία, στην Πολωνία, στην Σλοβενία. Κρατικό χρήμα μοιράζεται μόνο σε ΜΜΕ, που είναι πρόθυμα να υπηρετήσουν την κυβερνητική προπαγάνδα», δήλωσε η Επίτροπος στην απάντηση της, και συνέχισε:
«Απέναντι σε αυτές τις πρακτικές χρειάζονται διαφανείς διαγωνισμοί και να μοιράζονται τα χρήματα αναλογικά και δίκαια. Γνωρίζουμε τι και που συμβαίνει, και σκοπεύουμε να ζητήσουμε να καταρτιστούν κατάλογοι με όσους συμμετέχουν σε ένα διαγωνισμό για κρατική επιχορήγηση και να υπάρχουν διαφανείς συμβάσεις ώστε να επιτυγχάνεται καλύτερος δημόσιος έλεγχος για το που πηγαίνει το κρατικό χρήμα». Η Επίτροπος τόνισε, ακόμη, ότι «πρέπει να προσέχουμε που πάνε τα ευρωπαϊκά κονδύλια. Δεν πρέπει να παίζουμε τους χρήσιμους ηλίθιους για να κάνουν οι κυβερνήσεις των κρατών-μελών προπαγάνδα».
Η συζήτηση με την Επίτροπο αποτελεί συνέχεια των εξελίξεων της προηγούμενης εβδομάδας, όταν στην Ολομέλεια του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, το Σώμα υιοθέτησε ψήφισμα για την ενίσχυση της ελευθερίας του Τύπου στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Μεταξύ άλλων, με το ψήφισμα αυτό, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, αφού επαναλαμβάνει «τη συνεχιζόμενη βαθιά ανησυχία του για την κατάσταση της ελευθερίας των μέσων ενημέρωσης στην ΕΕ» και υπογραμμίζει τον κρίσιμο ρόλο της ερευνητικής δημοσιογραφίας και των ανεξάρτητων μέσων ενημέρωσης, ζητάει από την Κομισιόν «να αντιμετωπίσει τις απόπειρες των κυβερνήσεων των κρατών μελών να βλάψουν την ελευθερία και την πολυφωνία των μέσων ενημέρωσης ως σοβαρή και συστηματική κατάχρηση εξουσίας και ως κάτι που αντίκειται στις θεμελιώδεις αξίες της ΕΕ».
Ακόμη, όσον αφορά τα δημόσια ΜΜΕ, το ψήφισμα επισημαίνει τον «αναντικατάστατο ρόλο τους και τονίζει ότι είναι σημαντικό να διασφαλίζεται και να διατηρείται η ανεξαρτησία τους από πολιτικές παρεμβάσεις». Αποδοκιμάζει, δε, ότι σε κάποια κράτη μέλη, «τα ΜΜΕ αυτά μεταδίδουν την φιλοκυβερνητική προπαγάνδα». Στο επίπεδο των ιδιωτικών ΜΜΕ, το ψήφισμα καταδικάζει «τις προσπάθειες ορισμένων κυβερνήσεων κρατών μελών να φιμώσουν, ακόμη και μέσω χρηματοδοτικών πακέτων, τα ανεξάρτητα ΜΜΕ, που ασκούν κριτική, υπονομεύοντας έτσι την ελευθερία του Τύπου και την πολυφωνία». Το ψήφισμα τονίζει, δε, ότι τα ολιγοπώλια στον τομέα του Τύπου «απειλούν την πρόσβαση των πολιτών σε ένα ευρύ φάσμα ενημέρωσης. Η πολυφωνία στα ΜΜΕ συναρτάται με την συγκέντρωση της ιδιοκτησίας τους», υπογραμμίζει το κείμενο.
Επιπλέον, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο με το ψήφισμα αυτό, καταδικάζει την χρήση των SLAPP, δηλαδή των αγωγών που μέσω της οικονομικής εξόντωσης που προκαλούν, σκοπό έχουν να φιμώσουν τους ερευνητές δημοσιογράφους. Καλεί, δε, εκ νέου την Κομισιόν «να υποβάλει ολοκληρωμένη πρόταση νομοθετικής πράξης προκειμένου να θεσπιστούν ελάχιστα πρότυπα κατά των πρακτικών SLAPP σε ολόκληρη την ΕΕ».
Συνεχίζοντας επί της προστασίας και στήριξης των δημοσιογράφων, το ψήφισμα επαναλαμβάνει την έκκληση του Ευρωκοινοβουλίου για «τη δημιουργία ενός μόνιμου ευρωπαϊκού ταμείου για τους δημοσιογράφους στο πλαίσιο του επόμενου Πολυετούς Δημοσιονομικού Πλαισίου (2021-2027), όπως αναδιατυπώθηκε μετά την κρίση COVID-19, το οποίο θα προσφέρει άμεση οικονομική στήριξη σε ανεξάρτητους δημοσιογράφους και μέσα ενημέρωσης, ελεύθερους επαγγελματίες και αυτοαπασχολούμενους των μέσων ενημέρωσης· υπογραμμίζει ότι η διαχείριση της χρηματοδότησης θα πρέπει να γίνεται από ανεξάρτητους οργανισμούς προκειμένου να αποφεύγεται οποιαδήποτε παρέμβαση στη λήψη συντακτικών αποφάσεων και ότι θα πρέπει να παρέχεται στήριξη μόνο σε εκείνα τα δημόσια και εμπορικά μέσα ενημέρωσης που είναι πραγματικά ανεξάρτητα και ελεύθερα από κυβερνητική ή οποιαδήποτε άλλη παρέμβαση».
Η διαφάνεια θα πρέπει να περιφρουρείται και από τις δημόσιες αρχές, σύμφωνα με το ψήφισμα, οι δραστηριότητες των οποίων θα πρέπει να είναι ανοιχτές «βοηθώντας έτσι στην εδραίωση της εμπιστοσύνης του κοινού, δεδομένου ότι η ελεύθερη κυκλοφορία των πληροφοριών βοηθά στην προστασία της ζωής και της υγείας, και διευκολύνει και προάγει την κοινωνική, οικονομική και πολιτική συζήτηση και τη λήψη αποφάσεων». «Οι περιορισμοί στην πληροφόρηση με πολιτικά κίνητρα, όπως η απόρριψη της δυνατότητας πρόσβασης σε δεδομένα δημόσιου ενδιαφέροντος, η χρήση τακτικών καθυστέρησης, ο αδικαιολόγητος περιορισμός του εύρους των πληροφοριών που ζητούνται», λειτουργούν ως ανάχωμα στην διαφάνεια, παρατηρεί το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο.
Τέλος, το ψήφισμα καταδικάζει την ρητορική μίσους και υπογραμμίζει την σημασία της προστασίας των γυναικών δημοσιογράφων.